Στο τέλος της ημέρας καλούμαστε να μιλήσουμε για τον πολιτισμό. Κι αν οι δικές μας λέξεις δεν φτάνουν, ίσως μπορούμε να επικαλεστούμε τον, αδιαμφισβήτητα σπουδαίο, Σαίξπηρ. «Αν αυτόν ακολουθώ, τον εαυτό μου ακολουθώ» λέει ο Ιάγος στον αριστουργηματικό Οθέλλο φωτίζοντας, σε μία μεγάλη στιγμή της παγκόσμιας δραματουργίας, τις προσωπικές μας ατζέντες, τις «εγκατεστημένες προγραμματικές μας ρυθμίσεις», που καθορίζουν και διαμορφώνουν την πορεία μας, την ιδεολογία, τη στάση ζωής μας.

Ads

Με κάποιον τρόπο λοιπόν ένα τέκνο του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ βρέθηκε στην αυλή του Κυριάκου Μητσοτάκη, εκπροσώπου μίας παλιάς πολιτικής δυναστείας που επίσης ξεκίνησε από το Πολιτικό Κέντρο και μετατοπίστηκε στη δεξιά παράταξη. Ίσως να μην έβγαζε νόημα στην αρχή, ίσως ήμασταν αφελείς προκειμένου να διαβλέψουμε τη «Μακρονοποίηση» του πολιτικού σκηνικού. Ότι δηλαδή ο Κυριάκος Μητσοτάκης σταδιακά, θα έβαζε στους κόλπους της κυβέρνησης και κατ’ επέκτασιν της δεξιάς παράταξης, ανθρώπους θεωρητικά προερχόμενους από το κέντρο, προκειμένου να αποτελέσει τον προοδευτικό πόλο απέναντι σε μια ανερχόμενη, με μαθηματική ακρίβεια βάσει και των δεδομένων της Ευρώπης, ακροδεξιά.

Ταυτόχρονα, πρόσωπα προερχόμενα από το κέντρο, θα ήταν εκείνα που θα νομιμοποιούσαν νεοφιλελεύθερες πολιτικές σε όλα τα πόστα, βαπτίζοντάς τες «απαραίτητες μεταρρυθμίσεις» που πρέπει να γίνουν άμεσα. Τσοπ τσόπ. Όπως επιτάσσει η «αγορά» και όπως ακριβώς τα είπε η κα Λίνα Μενδώνη στην παραλαβή – παράδοση του Υπουργείου Πολιτισμού. Που παρέδωσε και παρέλαβε η ίδια, επί της ουσίας, με τον υπηρεσιακό υπουργό κύριο Κουμεντάκη να την υποδέχεται με λόγια θερμά, αλλά «λίγο υπερβολικά», όπως τα χαρακτήρισε και η ίδια η υπουργός.

Η κυρία Μενδώνη ήταν η μόνη υπουργός που διατήρησε τη θέση της στο υπουργείο που ήδη διοικούσε τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια. Τί κι αν ο κόσμος του πολιτισμού ήταν όλο αυτό το διάστημα στο δρόμο; Τί κι αν τα πολιτιστικά δρώμενα μετατράπηκαν σε τόπους διαμαρτυρίας;

Ads

Τι κι αν προέκυψε σκάνδαλο σχετικά με τη «Συλλογή Στέρν» απασχολώντας τον παγκόσμιο τύπο; Να μην πούμε για τις αντιδράσεις της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας για την απόσπαση (legoποίηση) των αρχαιοτήτων στο σταθμό Βενιζέλου, ούτε για τον διορισμό Λιγνάδη στο Εθνικό χωρίς διαγωνισμό, για «το πούσι των Μυκηνών» και την παρέμβαση του Παρατηρητηρίου Παγκόσμιας Κληρονομιάς για την Ακρόπολη, που ζητούσε διάσωση του μνημείου, καθώς όπως αναφέρει «έχει παραμορφωθεί».

Η Λίνα Μενδώνη παρέμεινε στο υπουργείο πολιτισμού. Η μόνη που κράτησε το υπουργείο της, περνώντας έτσι το μήνυμα ότι είναι και η πιο επιτυχημένη. Κι ας ήταν από τους πιο αντιδημοφιλείς υπουργούς στις μετρήσεις. Κι ας μην ετέθη στην κρίση του ελληνικού λαού μέσω της ψήφου. Κι ας διαφωνούσαν με την επιλογή της πολλά – σύμφωνα με το ρεπορτάζ – στελέχη της ΝΔ. Η κυρία Μενδώνη έμεινε στο πόστο της.

Η πολιτική είναι ένα μεγαλειώδες σεξπηρικό έργο. Ίσως το έπος της Αμφίπολης στα «τελευταία» του Αντώνη Σαμαρά, επί μνημονίων και επί ανάγκης επίκλησης του τελευταίου κάστρου, αυτού του εθνικού φαντασιακού, να ήταν μία καλή επένδυση. Ίσως αυτό που «ξέφυγε» από την υπουργό πολιτισμού κα Λίνα Μενδώνη κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της επέκτασης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ότι δηλαδή το «σχεδίαζαν» με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη σύζυγό του Μαρέβα Γκραμπόφσκι, ήδη από το 2016, όταν κανείς εκ των τριών νομιμοποιούταν θεσμικά να κάνει κάτι τέτοιο, μας δίνει μερικές απαντήσεις για την αμετακίνητη Λίνα Μενδώνη.

Όμως η ουσία βρίσκεται εκεί που βρισκόταν πάντα. Ήδη από τότε που ο Αντρέ Μαλρό σκιαγραφούσε την πολιτική του πολιτισμού στον σύγχρονο δυτικό, προοδευτικό κόσμο. Πώς διαχειριζόμαστε την πολιτιστική κληρονομιά, πώς διαχειριζόμαστε τον σύγχρονο πολιτισμό και ποια είναι η σχέση του πολιτισμού με τους πολίτες; «Εκδημοκρατισμός του πολιτισμού» που θα έλεγε και η αείμνηστη Μυρσίνη Ζορμπά (στης οποία την πολιτική κηδεία παρεμπιπτόντως το ΥΠΠΟ δεν έστειλε στεφάνι, ούτε εκπροσωπήθηκε στο ύψιστο δυνατό επίπεδο).

Σε μία από τις τελευταίες της ομιλίες στη Βουλή, εν μέσω δυναμικών κινητοποιήσεων των καλλιτεχνών, με τους εργαζόμενους του υπουργείου «στα κάγκελα» λόγω του νομοσχεδίου που μετατρέπει τα πέντε μεγάλα δημόσια μουσεία της χώρας σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, η Λίνα Μενδώνη μίλησε σαν υπουργός ανάπτυξης, αποστασιοποιημένη από τα προβλήματα των εργαζομένων του κλάδου, με το βλέμμα στραμμένο σε μία πολιτική του πολιτισμού που περισσότερο θυμίζει διαχείριση Disneyland και λιγότερο στρατηγική διάσωσης, κοινωνικής προσβασιμότητας, διάδοσης και εξέλιξης της κληρονομιάς που θεμελίωσε τις μεγάλες αξίες του δυτικού κόσμου. Εστίασε πολύ σε μπάτζετ, πρότζεκτ, χρηματοδοτήσεις, ανάπτυξη, ανάπτυξη και λίγη ακόμα ανάπτυξη.

Ίσως γι’ αυτό να απομακρύνθηκε και ο κύριος Γιατρομανωλάκης, προκειμένου υφυπουργός πολιτισμού για την επόμενη τετραετία να αναλάβει ο κύριος Χρίστος Δήμας, πρώην υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων. «Αγαπητή υπουργέ, τη λέξη ανάπτυξη την είπατε περισσότερες φορές από ό,τι τη λέγαμε και στο υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων» παρατήρησε ο κύριος Δήμας κατά την τελετή παραλαβής – παράδοσης του υπουργείου.

Όχι ότι η κυρία Μενδώνη δεν αναφέρθηκε στον πολιτισμό ως δημόσιο κοινωνικό αγαθό. Αντιθέτως, το έκανε. Ωστόσο δεν παρέλειψε να τονίσει πως είναι άμεσα συνυφασμένος με την ανάπτυξη. Καθόλου δεν θα διαφωνήσουμε. Το θέμα είναι τί θεωρεί ο καθένας ανάπτυξη και αν η μετατροπή των μεγάλων δημόσιων μουσείων σε ΝΠΔΔ με Διοικητικά Συμβούλια απευθείας διορισμένα από τον/την εκάστοτε υπουργό, η – επί της ουσίας- υποβάθμιση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, η παράκαμψη θεσμικών διαδικασιών που προβλέπονται για τους διεθνείς διαγωνισμούς, η απευθείας εμπλοκή ιδιωτών σε έργα που αφορούν τη δημόσια κληρονομιά, είναι όντως πολιτικές ανάπτυξης και όχι δρόμοι που ανοίγουν για το ιδιωτικό συμφέρον. Μένει να φανεί, αν και έχουμε μία ιδέα δεδομένης της αναπτυξιακής στρατηγικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη συνολικά.

«Ο σύγχρονος πολιτισμός με επάρκεια να κοιτάξει προς το παρελθόν που είναι η πολιτιστική κληρονομιά και με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, διορατικότητα και γνώση της Ιστορίας μας να κοιτάξει προς το μέλλον, προς τους νέους ανθρώπους, την κοινωνία» έγραφε η αείμνηστη Μυσίνη Ζορμπά της οποίας όραμα ζωής ήταν η «Πολιτισμική Δημοκρατία» με προοπτική να φτάσει ο πολιτισμός σε κάθε σπίτι, σε κάθε πολίτη από το Ορμένιο μέχρι τη Γαύδο.

Ας ελπίσουμε στόχος της Λίνας Μενδώνη να είναι κάτι αντίστοιχο και όχι το να φτάσει απλώς η πολιτιστική κληρονομιά από το Metropolitan Museum μέχρι τις τουριστικές αναπαραστάσεις, διότι εκεί το παιχνίδι της κληρονομιάς που προστατεύει τη δημοκρατία και τους πολίτες από όλα τα νοσηρά αναχρονιστικά και ακροδεξιά φαινόμενα των τελευταίων ετών, θα έχει χαθεί, όχι μόνο για εμάς, αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη.